μοιραία
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίρρημα
[επεξεργασία]μοιραία
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μοιραία
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]μοιραία
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του μοιραίος
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του μοιραίος