μονοκύτταρος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
μονοκύτταρος
- που αποτελείται από ένα κύτταρο
- ↪ η αμοιβάδα είναι ένας μονοκύτταρος οργανισμός
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μονοκύτταρος