μουσσώνας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μουσσώνας αρσενικό
- άλλη μορφή του μουσώνας
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μουσσώνας
|
μουσσώνας αρσενικό
|