μπιτκόιν
(Ανακατεύθυνση από μπίτκοϊν)
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μπιτκόιν ουδέτερο άκλιτο
- (νεολογισμός) (οικονομία) εξολοκλήρου ψηφιακό νόμισμα, που δεν παράγεται ή ελέγχεται από συγκεκριμένη χώρα ή τράπεζα. Με μεθόδους κρυπτογραφίας δημιουργείται και διακινείται peer-to-peer βασισμένο σε λογισμικό ανοικτού κώδικα.
- συντομογραφία: BTC
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- μπιτκόιν στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Νεολογισμοί (νέα ελληνικά)
- Οικονομία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)