μπανάλ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
μπανάλ άκλιτο
- πολύ συνηθισμένος και όχι ποιοτικός
- πολύ μπανάλ ντύσιμο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μπανάλ