μπερμπερίζω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία 1[επεξεργασία]
- μπερμπερίζω < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα[επεξεργασία]
μπερμπερίζω
- (λαϊκό, προφορικό, παρωχημένο) μορφή του μπαρμπαρίζω, συνώνυμο[1] (για ανθρώπους) του μπελάζω (→ δείτε το ρήμα βελάζω), σκούζω·[2] μιλάω ακαταλαβίστικα ή μιλάω χαμηλόφωνα(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
- ※ Όλη μέρα μπερμπερίζει | και το βράδυ μουρμουρίζει
- Δημώδες άσμα «Σε παντρεύω» από το Σαμακόβι της Ανατολικής Θράκης, Αρχείον του Θρακικού και Λαογραφικού Θησαυρού Δ΄ (1937-38), σ. 125. Στην ιστοσελίδα του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης· πρόσβαση: 2021-07-27.
- ※ Όλη μέρα μπερμπερίζει | και το βράδυ μουρμουρίζει
Κλίση[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
- → δείτε τις λέξεις βαρβαρίζω και μουρμουρίζω
μπερμπερίζω
|
Ετυμολογία 2[επεξεργασία]
- μπερμπερίζω < (άμεσο δάνειο) τουρκική berber (ο κουρέας, → δείτε και τη λέξη μπαρμπέρης) + -ίζω • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ρήμα[επεξεργασία]
μπερμπερίζω παθ.φωνή: μπερμπερίζομαι
- (λαϊκό, προφορικό, παρωχημένο) φροντίζω τη γενειάδα κάποιου, ξυρίζω κάποιον και, γενικότερα, τον περιποιούμαι όπως ο κουρέας
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- μπαρμπερίζω[3]
- μπερβερίζω[4]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μπερμπερίζω
|
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Δημήτρης Λιθοξόου, «Λεξικό συνωνύμων. Λέξεις που αρχίζουν από μπ», lithoksou.net· πρόσβαση: 2021-07-27.
- ↑ Λήμμα «μπέλαζω» στο Λεξικό της ελληνικής γλώσσας της εγκυκλοπαίδειας «Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα». Αθήνα: Πάπυρος, 2007.
- ↑ σελ. 252 1ου μέρους - Somavera, Alessio da / Ἀλέξιος ὁ Σουμαβέραιος (1709), Θησαυρός της ρωμαϊκής και της φραγκικής γλώσσας. Στο Παρίτζι:Από την τυπογραφίαν του Μιχαήλ Γκινιάρδ, ͵αψ΄ θ΄. Τesoro della lingua greca-volgare ed italiana. Parigi:Appresso Michele Guignard, M.DCC.IX. @anemi
- ↑ Γεώργιος Ν. Καζαβής, Νισύρου λαογραφικά (Νέα Υόρκη: D.C. Dirvy Publishers, 1940), σ. 136: «Τραγούδια του γαμπρού και του κουμπάρου» και «Όταν ξυρίζουν το γαμπρό».
Κατηγορίες:
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ρήματα (νέα ελληνικά)
- Ρηματικές φωνές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λαϊκοί όροι (νέα ελληνικά)
- Προφορικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Παρωχημένοι όροι (νέα ελληνικά)
- Σελίδες για τεκμηρίωση
- Λήμματα με παραθέματα στίχους τραγουδιών (νέα ελληνικά)
- Ελλείπουσες κλίσεις (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ίζω (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)