μπεσίκι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μπεσίκι | τα | μπεσίκια |
γενική | του | μπεσικιού | των | μπεσικιών |
αιτιατική | το | μπεσίκι | τα | μπεσίκια |
κλητική | μπεσίκι | μπεσίκια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μπεσίκι < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μπεσίκι ουδέτερο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μπεσίκι
|