μποφόρ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μποφόρ < αγγλική beaufort < Φράνσις Μποφόρ (Francis Beaufort), Ιρλανδός υδρολόγος και υποναύαρχος, που συστηματοποίησεε την κλίμακα Μποφόρ το 1806 (στην Ελλάδα το όνομα Μπόφορτ ακολούθησε την προφορά και τον τονισμό λέξεων που προέρχονταν από τα γαλλικά)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μποφόρ ουδέτερο άκλιτο(σχηματίζει και εξελληνισμένο πληθυντικό: Τα μποφόρια)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]