μπριόζικα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μπριόζιος η μπριόζιη το μπριόζιο
      γενική του μπριόζιου της μπριόζιης του μπριόζιου
    αιτιατική τον μπριόζιο την μπριόζιη το μπριόζιο
     κλητική μπριόζιε μπριόζιη μπριόζιο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μπριόζιοι οι μπριόζιες τα μπριόζια
      γενική των μπριόζιων των μπριόζιων των μπριόζιων
    αιτιατική τους μπριόζιους τις μπριόζιες τα μπριόζια
     κλητική μπριόζιοι μπριόζιες μπριόζια
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μπριόζικα < μπριόζικ(ος) +

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /bɾiˈo.zi.ka/
τυπογραφικός συλλαβισμός: μπρι‐ό‐ζι‐κα

Επίρρημα[επεξεργασία]

μπριόζικα

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]