μυστικίστρια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μυστικίστρια < μυστικιστής + κατάληξη θηλυκού -ίστρια
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μυστικίστρια θηλυκό
- θηλυκό του μυστικιστής
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μυστικίστρια
|