ναρκοθετούμαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ναρκοθετούμαι, παθητική φωνή του ναρκοθετώ
Ρήμα[επεξεργασία]
ναρκοθετούμαι
- → δείτε τη λέξη ναρκοθετώ
ναρκοθετούμαι