ναρκωτισμοί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

ναρκωτισμοί

  1. ναρκωτισμός, στην ονομαστική του πληθυντικού
  2. ναρκωτισμός, στην κλητική του πληθυντικού

Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]