νεκρά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
νεκρά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του νεκρός
- (λόγιο) ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του νεκρός