νεοδημοκράτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο νεοδημοκράτης οι νεοδημοκράτες
      γενική του νεοδημοκράτη των νεοδημοκρατών
    αιτιατική τον νεοδημοκράτη τους νεοδημοκράτες
     κλητική νεοδημοκράτη νεοδημοκράτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

νεοδημοκράτης < Νέα Δημοκρατία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

νεοδημοκράτης αρσενικό

  • (πολιτική): πολιτικός οπαδός, υποστηρικτής, ή βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας

Μεταφράσεις[επεξεργασία]