νηματοθέτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο νηματοθέτης οι νηματοθέτες
      γενική του νηματοθέτη των νηματοθετών
    αιτιατική τον νηματοθέτη τους νηματοθέτες
     κλητική νηματοθέτη νηματοθέτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

νηματοθέτης < (νεολογισμός) νήμα (< αγγλική thread) + -θέτης (→ δείτε τη λέξη θέτω) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

νηματοθέτης αρσενικό (θηλυκό νηματοθέτρια)

  • (διαδικτυακή αργκό, αρχαιοπρεπές) εκείνος που ξεκινά ένα νήμα συζήτησης (thread) στο διαδίκτυο (σε φόρουμ, χώρους συνομιλίας (chat room) κ.λπ.), διατυπώνοντας την αρχική ερώτηση ή ζητώντας τη γνώμη άλλων προσώπων πάνω σε ένα θέμα
    ※  Δεν επιτρέπεται να ξεφεύγουμε από τη αρχική θεματολογία του νηματοθέτη. Επειδή μπορούν να υπάρχουν πολλές ερμηνείες στο συγκεκριμένο θέμα, πιο αναλυτικά και με παραδείγματα: Κάποιος ανοίγει τεχνικό θέμα για κιθάρα ή μικρόφωνο. Είναι λογικό η συζήτηση να κλίνει προς διαφορετική κατεύθυνση. Για παράδειγμα μπορεί ο νηματοθέτης να κάνει μια ερώτηση για μαγνήτες κιθάρας, και η συζήτηση να πάει προς τα καλώδια. Αυτό επιτρέπεται. (Κανονισμοί forum (ισχύουν από 21/12/23), noiz.gr [1])

Μεταφράσεις[επεξεργασία]