Μετάβαση στο περιεχόμενο

νταραβερίζομαι

Από Βικιλεξικό

Νέα ελληνικά (el)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
νταραβερίζομαι < νταραβέρι + -ίζομαι

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /da.ɾa.veˈɾi.zo.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: νταραβερίζομαι

νταραβερίζομαι

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]