ντεκλαρέ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ντεκλαρέ < (λόγιο δάνειο) γαλλική déclaré [1] < déclarer < λατινική declarare, απαρέμφατο ενεστώτα του ρήματος declaro < de + claro < clarus < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *kelh₁- (καλώ)
Προφορά
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]ντεκλαρέ άκλιτο
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]ντεκλαρέ
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ ντεκλαρέ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Λόγια δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Επίθετα άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Προφορικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Επιρρήματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)