ντοκιμαντερίστας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ντοκιμαντερίστας < ντοκιμαντέρ + -ίστας
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ντοκιμαντερίστας αρσενικό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ντοκιμαντερίστας
|