ντουφεκίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ντουφεκίζω < ντουφέκ(ι) + -ίζω

ντουφεκίζω

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]