ντούπλεξ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ντούπλεξ < γαλλική duplex < λατινική duplex < duo + plico

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈdu.pleks/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ντού‐πλεξ

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ντούπλεξ ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]