νυκτικόραξ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

νυκτικόραξ < αρχαία ελληνική νυκτικόραξ

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

νυκτικόραξ αρσενικό

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]



Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική νυκτικόραξ οἱ νυκτικόρακες
      γενική τοῦ νυκτικόρακος τῶν νυκτικοράκων
      δοτική τῷ νυκτικόρακ τοῖς νυκτικόραξ(ν)
    αιτιατική τὸν νυκτικόρακ τοὺς νυκτικόρακᾰς
     κλητική ! νυκτικόραξ νυκτικόρακες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  νυκτικόρακε
γεν-δοτ τοῖν  νυκτικοράκοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'φύλαξ' όπως «φύλαξ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

νυκτικόραξ < νύξ + κόραξ

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

νυκτικόραξ αρσενικό

Πηγές[επεξεργασία]