νότια σότο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
νότια σότο άκλιτο, θηλυκό, μόνο στον ενικό ή ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- γλώσσα που μιλιέται στη Λεσότο και Νότια Αφρική
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- κωδικός γλώσσας: st
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
νότια σότο
|