ξαλμυρίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ξαλμυρίζω < ξε- + αλμυρός + -ίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

ξαλμυρίζω

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]