ξαναζωντανεμένος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ksa.na.zo(n).da.neˈme.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ξα‐να‐ζω‐ντα‐νε‐μέ‐νος
Μετοχή
[επεξεργασία]ξαναζωντανεμένος, -η, -ο
- μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος ξαναζωντανεύω
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ξαναζωντανεμένος
|