Μετάβαση στο περιεχόμενο

ξαναζωντανεύω

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ξαναζωντανεύω < ξανά + ζωντανεύω

ξαναζωντανεύω

με το που ξαναείδε το γιο της, ξαναζωντάνεψε!

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]