ξαναπαίρνω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ξαναπαίρνω
- παίρνω και πάλι
- τον ξαναπήρα τηλέφωνο για να δω αν γύρισε
- ξαναπάρε γλυκό αφού σου άρεσε