ξαναρωτώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ξαναρωτώ < ξανά + ρωτώ

Ρήμα[επεξεργασία]

ξαναρωτώ

μη διστάζεις να τον ξαναρωτήσεις, δεν θα σε δαγκώσει!

Μεταφράσεις[επεξεργασία]