ξαφνιάζομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ξαφνιάζομαι < παθητική φωνή του ρήματος ξαφνιάζω
Ρήμα[επεξεργασία]
ξαφνιάζομαι
- → δείτε τη λέξη ξαφνιάζω
ξαφνιάζομαι