ξαφνικό

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ξαφνικό ουδέτερο

τι κακό ξαφνικό ήταν αυτό που μας βρήκε!

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

ξαφνικό