ξεγάντζωμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ξεγάντζωμα < ξεγαντζώνω
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ξεγάντζωμα ουδέτερο
- η απαγκίστρωση από έναν γάντζο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ξεγάντζωμα
|