ξεκαπακώνω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ξεκαπακώνω < ξε- + καπακώνω

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kse.ka.paˈko.no/

Ρήμα[επεξεργασία]

ξεκαπακώνω

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]