ξεροβούνι
Πήδηση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ξεροβούνι | ξεροβούνια |
γενική | ξεροβουνιού | ξεροβουνιών |
αιτιατική | ξεροβούνι | ξεροβούνια |
κλητική | ξεροβούνι | ξεροβούνια |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ξεροβούνι ουδέτερο
- βουνό χωρίς σχεδόν καθόλου βλάστηση
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ξεροβούνι