ξεσκλίδι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ξεσκλίδι τα ξεσκλίδια
      γενική του ξεσκλιδιού των ξεσκλιδιών
    αιτιατική το ξεσκλίδι τα ξεσκλίδια
     κλητική ξεσκλίδι ξεσκλίδια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ξεσκλίδι < ξε- + σκελίδι < (ελληνιστική κοινήσκελίδιον, υποκοριστικό του σκελίς

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ξεσκλίδι ουδέτερο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]