ξεταπώνω
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ρήμα
[επεξεργασία]ξεταπώνω
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Αντώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]- ξετάπωμα
- ξεταπωμένος
- → δείτε τη λέξη τάπα
ξεταπώνω