Μετάβαση στο περιεχόμενο

ξεφιτιλίζω

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: ξεφτιλίζω

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ξεφιτιλίζω < ξε- + φιτίλ(ι) + -ίζω

ξεφιτιλίζω (παθητική φωνή: ξεφιτιλίζομαι)

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]