ξομολόγημα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ξομολόγημα τα ξομολογήματα
      γενική του ξομολογήματος των ξομολογημάτων
    αιτιατική το ξομολόγημα τα ξομολογήματα
     κλητική ξομολόγημα ξομολογήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ξομολόγημα < ξομολογ(ώ) + -ημα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ξομολόγημα ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]