ξουράφι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ξουράφι τα ξουράφια
      γενική του ξουραφιού των ξουραφιών
    αιτιατική το ξουράφι τα ξουράφια
     κλητική ξουράφι ξουράφια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ξουράφι < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ξουράφι ουδέτερο

→ δείτε τη λέξη  ξυράφι