οίκος ανοχής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | οίκος ανοχής | οι | οίκοι ανοχής |
γενική | του | οίκου ανοχής | των | οίκων ανοχής |
αιτιατική | τον | οίκο ανοχής | τους | οίκους ανοχής |
κλητική | οίκε ανοχής | οίκοι ανοχής | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- οίκος ανοχής: → δείτε τις λέξεις οίκος και ανοχή (σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική maison de tolérance)
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈi.kos a.noˈçis/
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
οίκος ανοχής αρσενικό
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
οίκος ανοχής
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δρόμος' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Κλίση αρσενικών πολυλεκτικών όρων με ένα κλιτό (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)