οζοντόμετρο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το οζοντόμετρο τα οζοντόμετρα
      γενική του οζοντόμετρου των οζοντόμετρων
    αιτιατική το οζοντόμετρο τα οζοντόμετρα
     κλητική οζοντόμετρο οζοντόμετρα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

οζοντόμετρο < όζον, οζοντ- + -ό- + -μετρο, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική ozonometer

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /o.zoˈdo.me.tɾo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ο‐ζο‐ντό‐με‐τρο

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

οζοντόμετρο θηλυκό

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]