οικοκοινότητα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- οικοκοινότητα < αγγλική ecovillage / αγγλική ecomunicipality
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
οικοκοινότητα θηλυκό
- κοινότητα με κοινωνική, οικονομική και οικολογική οργάνωση με κατεύθυνση για την βιωσιμότητα
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
οικοκοινότητα