οικοτεχνικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο οικοτεχνικός η οικοτεχνική το οικοτεχνικό
      γενική του οικοτεχνικού της οικοτεχνικής του οικοτεχνικού
    αιτιατική τον οικοτεχνικό την οικοτεχνική το οικοτεχνικό
     κλητική οικοτεχνικέ οικοτεχνική οικοτεχνικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι οικοτεχνικοί οι οικοτεχνικές τα οικοτεχνικά
      γενική των οικοτεχνικών των οικοτεχνικών των οικοτεχνικών
    αιτιατική τους οικοτεχνικούς τις οικοτεχνικές τα οικοτεχνικά
     κλητική οικοτεχνικοί οικοτεχνικές οικοτεχνικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

οικοτεχνικός < λείπει η ετυμολογία

Επίθετο[επεξεργασία]

οικοτεχνικός

οικοτεχνικός συνεταιρισμός
οικοτεχνική υποστήριξη

Μεταφράσεις[επεξεργασία]