οκτάχρονος
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]οκτάχρονος, -η, -ο και οχτάχρονος
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]εξάχρονος επτάχρονος / εφτάχρονος οκτάχρονος / οχτάχρονος εννιάχρονος δεκάχρονος εντεκάχρονος / ενδεκάχρονος δωδεκάχρονος δεκατριάχρονος δεκατετράχρονος δεκαπεντάχρονος
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] οκτάχρονος
|