οκτακισχιλιοστός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο οκτακισχιλιοστός η οκτακισχιλιοστή το οκτακισχιλιοστό
      γενική του οκτακισχιλιοστού της οκτακισχιλιοστής του οκτακισχιλιοστού
    αιτιατική τον οκτακισχιλιοστό την οκτακισχιλιοστή το οκτακισχιλιοστό
     κλητική οκτακισχιλιοστέ οκτακισχιλιοστή οκτακισχιλιοστό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι οκτακισχιλιοστοί οι οκτακισχιλιοστές τα οκτακισχιλιοστά
      γενική των οκτακισχιλιοστών των οκτακισχιλιοστών των οκτακισχιλιοστών
    αιτιατική τους οκτακισχιλιοστούς τις οκτακισχιλιοστές τα οκτακισχιλιοστά
     κλητική οκτακισχιλιοστοί οκτακισχιλιοστές οκτακισχιλιοστά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

οκτακισχιλιοστός < (ελληνιστική κοινήὀκτακισχιλιοστός

Αριθμητικό[επεξεργασία]

οκτακισχιλιοστός, -ή, -ό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]