ολοφάνερος
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /o.loˈfa.ne.ɾos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ο‐λο‐φά‐νε‐ρος
Επίθετο
[επεξεργασία]ολοφάνερος, -η, -ο
ολοφάνερος, -η, -ο