ολυμπιάδα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Ολυμπιάδα, Ὀλυμπιάδα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

κριτές στην Ολυμπιάδα του 1924 στο Παρίσι
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ολυμπιάδα οι ολυμπιάδες
      γενική της ολυμπιάδας των ολυμπιάδων
    αιτιατική την ολυμπιάδα τις ολυμπιάδες
     κλητική ολυμπιάδα ολυμπιάδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ολυμπιάδα < αρχαία ελληνική Ὀλυμπιάς, θηλυκό του Ὀλύμπιος < Ὄλυμπος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ολυμπιάδα θηλυκό

  1. (αθλητισμός) η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων μιας συγκεκριμένης χρονιάς
  2. (στην αρχαιότητα) το χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών που μεσολαβούσε μεταξύ δύο διοργανώσεων των πανελληνίων αγώνων στην Ολυμπία

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]