ομοτεχνία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ομοτεχνία οι ομοτεχνίες
      γενική της ομοτεχνίας των ομοτεχνιών
    αιτιατική την ομοτεχνία τις ομοτεχνίες
     κλητική ομοτεχνία ομοτεχνίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ομοτεχνία <ομότεχν(ος) + -ία• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /o.mo.teˈxni.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ο‐μο‐τε‐χνί‐α

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ομοτεχνία θηλυκό

  • (λόγιο, σπάνιο) η συντεχνία
    ※ Να πάμε τώρα επιλεκτικώς στην έως εσχάτως αδιάφθορη δικαστική εξουσία- παρέα με τα αναποφεύκτως ομότεχνα εξωτερικά βαποράκια; Το ποσοστό των επιόρκων εδώ είναι συντριπτικά μικρότερο, όπως φαίνεται- αλλα οι συνέπειες της επιορκίας δυνητικώς δυσανάλογα μεγάλες. Κι οι Πολεοδομίες; Δέν σεμνύνομαι για την ομοτεχνία μου, παρ' όλον οτι φαίνεται οτι η κατάσταση έχει βελτιωθεί σημαντικά εκεί.
    Θεοδόσης Τάσιος, Τώρα, ετεροδοσοληψία τέλος, Το Βήμα, 6 Ιουνίου 2010
    ※ Οι μυθολογικές παραδόσεις για τις θεότητες της μεταλλουργίας περιέχουν συγκαλυμμένες πληροφορίες για την οργάνωση των πρώτων μεταλλουργών, τη θρησκευτική δομή των ομοτεχνιών τους αλλά και την άσκηση της μαντείας.
    Ιωάννης Λεονάρδος, Μεταλλεία και μαντεία στην αρχαιότητα: συμβολή στην ιστορία της αρχαίας μεταλλείας, διδακτορική διατριβή, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ). Σχολή Μηχανικών Μεταλλείων - Μεταλλουργών. Τομέας Μεταλλουργίας και Τεχνολογίας Υλικών, 2011, σελ. v
    ※ Την οικτρώς χειμαζόμενη, πανταχόθεν βαλλόμενη και απηνώς διωκόμενη -όπως θα έλεγε και η εσχάτως «συνδικαλιζόμενη» ομοτεχνία των φιλολόγων- αριστεία αποφάσισε να στεγάσει και να αποκαταστήσει το Τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.
    Εννεάδα αριστείας ως απάντηση στη «ρετσινιά»;, Η Αυγή, 29 Ιανουαρίου 2017

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]