ομόκεντρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ὁμόκεντρος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ομόκεντρος η ομόκεντρη το ομόκεντρο
      γενική του ομόκεντρου της ομόκεντρης του ομόκεντρου
    αιτιατική τον ομόκεντρο την ομόκεντρη το ομόκεντρο
     κλητική ομόκεντρε ομόκεντρη ομόκεντρο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ομόκεντροι οι ομόκεντρες τα ομόκεντρα
      γενική των ομόκεντρων των ομόκεντρων των ομόκεντρων
    αιτιατική τους ομόκεντρους τις ομόκεντρες τα ομόκεντρα
     κλητική ομόκεντροι ομόκεντρες ομόκεντρα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ομόκεντρος < ελληνιστική κοινή ὁμόκεντρος
ομόκεντροι κύκλοι

Επίθετο[επεξεργασία]

ομόκεντρος, -η, -ο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]