ομόνοια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η ομόνοια
      γενική της ομόνοιας
ομονοίας
    αιτιατική την ομόνοια
     κλητική ομόνοια
Η λόγια γενική ενικού, όπως στην «πλατεία Ομονοίας».
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ομόνοια < αρχαία ελληνική ὁμόνοια

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ομόνοια θηλυκό, μόνο στον ενικό

  1. η ταυτότητα αντιλήψεων και η αίσθηση της ενότητας που προκύπτει από αυτήν
  2. ειρηνική-φιλική συνύπαρξη στο πλαίσιο κοινών αρχών, συναινετική συνύπαρξη
    ※  Εγώ, παιδιά μου, κατά κακή μου τύχη, εξ αιτίας των περιστάσεων, έμεινα αγράμματος και δια τούτο σας ζητώ συγχώρηση, διότι δεν ομιλώ καθώς οι δάσκαλοι σας. Σας είπα όσα ο ίδιος είδα, ήκουσα και εγνώρισα, δια να ωφεληθήτε από τα απερασμένα και από τα κακά αποτελέσματα της διχονοίας, την οποίαν να αποστρέφεσθε, και να έχετε ομόνοια. (Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Ο λόγος στην Πνύκα που εκφώνησε στις 8 Οκτωβρίου 1838 στην Πνύκα και πρωτοδημοσιεύτηκε στις 13 Νοεμβρίου 1838 στην αθηναϊκή εφημερίδα «Αιών»)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]