ομόνοια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η ομόνοια
      γενική της ομόνοιας
ομονοίας
    αιτιατική την ομόνοια
     κλητική ομόνοια
Η λόγια γενική ενικού, όπως στην «πλατεία Ομονοίας».
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ομόνοια < αρχαία ελληνική ὁμόνοια

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ομόνοια θηλυκό, μόνο στον ενικό

  1. η ταυτότητα αντιλήψεων και η αίσθηση της ενότητας που προκύπτει από αυτήν
  2. ειρηνική-φιλική συνύπαρξη στο πλαίσιο κοινών αρχών, συναινετική συνύπαρξη

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]