ομόρρυθμος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ὁμόρρυθμος

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ομόρρυθμος η ομόρρυθμη το ομόρρυθμο
      γενική του ομόρρυθμου της ομόρρυθμης του ομόρρυθμου
    αιτιατική τον ομόρρυθμο την ομόρρυθμη το ομόρρυθμο
     κλητική ομόρρυθμε ομόρρυθμη ομόρρυθμο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ομόρρυθμοι οι ομόρρυθμες τα ομόρρυθμα
      γενική των ομόρρυθμων των ομόρρυθμων των ομόρρυθμων
    αιτιατική τους ομόρρυθμους τις ομόρρυθμες τα ομόρρυθμα
     κλητική ομόρρυθμοι ομόρρυθμες ομόρρυθμα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ομόρρυθμος < ελληνιστική κοινή ὁμόρρυθμος

Επίθετο[επεξεργασία]

ομόρρυθμος

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]