Μετάβαση στο περιεχόμενο

ομώνυμα

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ομώνυμα < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου ομώνυμος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ομώνυμα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]